Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010

ΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΟ «ΚΟΝΤΕΪΝΕΡ»

(«Ελευθεροτυπία», Απρίλιος, Μάιος, Ιούνιος, 2010)
και
ΠΡΟΣΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΗ


ΑΝΘΟΛΟΓΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΑΝΘΟΛΟΓΙΕΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ


Επί τέλους, όχι άλλη δυσφήμηση της ποίησης, μέσω αυτών των εκτρωμάτων που βάζουν στα σχολικά βιβλία, οι κακούργοι των εκκλησιαστικών και κομματικών κύκλων, που θέλουν τα παιδιά μας να ζουν στη γκρίζα και θλιβερή κοινωνία του Πενθέα (βλ. Βάκχες).

Επιτέλους, στα σχολικά βιβλία των τελευταίων χρόνων, μαζί με τα ποιήματα της θαυμάσιας γενιάς του τριάντα και των προηγούμενων γενεών, μπορείς να βρεις ποιήματα σύγχρονων ποιητών, αληθινά ποιήματα, σαν αυτά που ανθολόγησα εδώ:


ΟΝΤΑ ΜΙΚΡΑ

Όντα μικρά που κάποτε μπερδεύεστε στα δάση του κορμιού μου ή που διαβαίνετε
τρεχάλα μέσα στο ανοιχτό βιβλίο μου ή που χάνεστε
στην έρημο του τραπεζιού μου ή στις λειχήνες χώρες ενός βράχου ή που σας βρίσκω / πάνω σ’ ένα λουλούδι να μαζεύετε σοφία και ηλιόσκονη· αχ όντα
υδρόβια, μες στο χώμα ή φτερωτά, όντα της νύχτας
παιχνίδια των σεληνιακών αγγέλων με τη βούλα πάνω σας του Σκότους,
ψήγματα της δημιουργίας και που εν τούτοις και μ’ αντένες των υπόηχων και ραντάρ
του πράσινου ή του γκρίζου· όντα
άλλοτε μ’ ένα σάκκο καφετί στον ώμο μπαλωμένο κι άλλοτε φορώντας
ένα κοχύλι κατ’ ομοίωση του χρόνου ή μι’ ασπίδα του Μεσαίωνα ή
μια κερασφόρα προσωπίδα ηλιακού πολεμιστή· όντα μικρά
που τα φτερά σας έχουν τ’ άστρα πάνω τους της Μνήμης κι ερυθρούς
κύκλους μικρούς ενιαυτούς και αριθμούς του Μηδενός μεταμορφώσεις ή
στιγμές καρφιά πάνω στην πύλη της Ιστάρ· όντα της μέρας
παιχνίδια των ηλιακών αγγέλων με τη βούλα του Φωτός, μεγάλα όντα
που ερωτεύεστε και ζείτε και πεθαίνετε μη ξέροντας
μη καταδέχοντας να ξέρετε ποιος είμαι και πού πάω και τι θέλω αραδιάζοντας εδώ τα μαύρα ετούτα κόκκαλα της σκέψης μου.


ΤΟ ΠΑΡΚΙΝΓΚ

Μαθαίνω τελευταία πως οι άνθρωποι
πολύ συχνά πεθαίνουν από έμφραγμα
ή εγκεφαλικά κι απελπισία επειδή
δε βρίσκουν πάρκινγκ. Ναι, δεν βρίσκουν πάρκινγκ.
Ο άλλος, κάποιος μ’ αριθμό τον ΑΒΓΔΖΗΘΙΚΛΜ
9.099.843.211.507.9887 / έψαξε όλη τη Γαλλία, δεν βρήκε τίποτε,
ανέβηκε στις Άλπεις, τίποτε, κατέβηκε Ιταλία, έφτασε
μέχρι την Αίτνα, το ηφαίστειο
όλο κατειλημμένο, έφυγε προς Ρώμη, Βενετία, πέρασε ψηλά
στο Βελιγράδι, έφτασε στα Σκόπια, διάβηκε
προς την Κωνσταντινούπολη, επιτέλους
στο Κουρδιστάν
βρήκε και πάρκαρε ψηλά σε ένα δέντρο.

Όμως αυτό ήταν το δέντρο τ’ ουρανού
όπου παρκάρουν μόνο οι πεθαμένοι.


TEΛEIA ME ΠOΔIA

Ένα ζωύφιο περπατά πάνω στο χάρτη αυτού του βράχου.
Είναι μια κόκκινη τελεία με πόδια.
Περπατά.
Δε σταματάει· περπατά· γιατί το τέλος
του Κόσμου
βρίσκεται
παντού
και μια τελεία που περπατά
δεν ξέρει που να σταματήσει.


TO TEΛOΣ TOY TEPATOΣ

Σαν έφτασε το τέρας στην πλατεία
όλοι κρυφτήκαν έντρομοι στα σπίτια τους.
Κανείς δεν έβγαινε μ’ αυτό να πολεμήσει.
Δε βγήκ’ ο άγιος, δε βγήκε ο βασιλιάς,
δε βγήκανε οι νέοι, κι ούτε οι γέροι,
ούτε οι ξορκιστές, ούτε οι μάγοι.
Έτρεμαν όλοι εκτός από το τέρας
που είχε θρονιαστεί και καρτερούσε.
Tότες ένα κορίτσι έξι χρόνων
βγήκε μ’ έναν καθρέφτη. Θαρρετά
πλησίασε το τέρας και κρατά
μπροστά του τον καθρέφτη. Ξαφνικά
το τέρας βλέπει μπρος του ένα τέρας.
Τόσο τρομάζει που του κόβεται η ανάσα.
Δε μπόρεσε ούτε καν να κουνηθεί.
Έτσι με όπλο μόνο έναν καθρέφτη
το κοριτσάκι σκότωσε το τέρας.


ΤΑ ΔΙΑΛΥΤΙΚΑ

Εγκαταλείψανε τους τόνους, την παράγραφο κι ακόμη
τα διαλυτικά
(αυτούς τους τέλειους διδύμους της γραφής μας).
Έτσι στις ψησταριές και στις ταβέρνες τους δεν θά ’βρεις παϊδάκια·
όλοι τους πια σερβίρουνε παιδάκια.


ΕΡΩΤΗΣΗ ΚΙ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

«Βγάζεις λεφτά» μου λένε «από την ποίηση;»
«Λεφτά;» τους απαντώ, «λεφτά;
Βγάζει λεφτά ποτέ ο εραστής;
Λεφτά βγάζει μονάχα ο νταβατζής».


ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΕΣ

Πυγολαμπίδες μπρος στην πόρτα μου περνούν
με βελονιές φωτιάς κεντούν το σούρουπο.


ΤΩΡΑ ΠΛΑΓΙΑΖΕΙ

Τώρα πλαγιάζει εκεί μες στα βουνά
σε μια σπηλιά πού ’χει κουρτίνα καταρράχτη.

(«Ελευθεροτυπία», Κοντέινερ, Απρίλιος του 2010)




ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ


Καλεσμένος στο «Μικρό Θέατρο» της Θεσσαλονίκης. Κάτι σαν εξάρτημα του Κ.Θ.Β.Ε. «Θέλουμε να επιλέξεις εσύ, να διαβάσεις ό, τι θέλεις» μου είπαν οι κυρίες που με προσκάλεσαν. Ξέρουμε την ποίησή σου. Ποιήματα στοχαστικά, σατιρικά, ιστορικά, ερωτικά, αληθινά ερωτικά. Εμείς τα ερωτικά σου δεν τα λέμε ούτε «πορνογραφήματα» ούτε «τολμηρά ερωτικά», τα λέμε «αληθινά ερωτικά», γιατί αυτό είναι: Θα σου δώσουμε και δυο κοπέλες εδώ του θεάτρου, πανέμορφες, σα βοηθούς αγγέλους, ίσως ν’ απαγγείλουν κι αυτές αν χρειαστείς κάτι τέτοιο, ίσως … Σα στο σπίτι σου…».

Έτσι έχοντας εγώ εκ δεξιών και εξ ευωνύμων την Μαρία Ιωαννίδου και τη Ντίνα Νικολαΐδου, κάναμε μια ωραία βραδιά. Απόλυτη σιωπή στο ακροατήριο κι άλλοτε εκρηκτικό γέλιο, οικειότητα, αφηγήσεις εκατέρωθεν… Έδωσα στις κοπέλες να διαβάσουν, διάβασα κι εγώ. Ένα δείγμα:

ΤΟ ΚΕΦΙ ΤΗΣ

Καθώς το ΙΒΙΖΑ μας πήγαινε στη θάλασσα,
με των παιδιών την ιδιότυπη εκείνη προφορά πού ’χουν οι ξένες
μου είπε η Ελένα ανεμίζοντας
τη φούστα πάνω απ’ τη διχάλα των ποδιών της:

«Γιάννη τι ευτυχία είν’ αυτή!
Τι όμορφα περνούμ’ εμείς οι τέσσερις!»
«Ποιοι τέσσερις;» τη ρώτησα. Κι απάντησε αμέσως:
«Εγώ κι ο πούτσος σου, εσύ και το μουνί μου».


Και την άλλη μέρα στο «Βέρντι», γωνία Αγγελάκη και Πρίγκηπος Νικολάου, πίνοντας καφέ, άλλοι να έρχονται, άλλοι να φεύγουν. Ήρθε κι ο φίλος μου ο Χρυσόστομος Τζημάκας. Του λέω μόλις κάθισε: «Κοίταξ’ εκεί, αυτή εκεί πίσω, αυτή τη γυναίκα…». «Πώς να τη δω μωρέ Γιάννη» μου λέει. «Πήγαν και φύτεψαν μπροστά της αυτό το πελώριο δέντρο… Τι παλιοφυλή βρε παιδί μου κι αυτοί οι Έλληνες. Πάνε και φυτεύουν τα δέντρα μπρος στις ωραίες γυναίκες…».

Έτσι μιλάει ο Χρυσόστομος. Τέτοιος είναι ο Χρυσόστομος. Καθηγητής της Ιατρικής στο Αριστοτέλειο…Μα πήρε πρόωρα σύνταξη γιατί τους σιχάθηκε… Κι ασχολείται πια με την αστροφυσική, τη συν-ζήτηση, τη ζωγραφική και… το μοιραίον φύλον. «Είστε καθηγητής Πανεπιστημίου;» τον ρωτούν. «Με το συμπάθιο, ναι», απαντά. Ζωγραφίζει, μα δεν κάνει εκθέσεις. Γιατί ντρέπεται λέει τον Ιερώνυμο Μπος. Γράφει και ποιήματα, για την «πλάκα» του. Αλλά επειδή δεν γράφει σαν τον Ελύτη, τον Καβάφη, τον Σεφέρη, δεν δημοσιεύει (κι ούτε ποτέ μού έδειξε ποιήματά του). Του αρκεί που δημοσίευσαν ο Ελύτης, ο Καβάφης, ο Σεφέρης. Και δεν είναι δυστυχής που αυτός δεν είναι σαν εκείνους. Κι ούτε προσπαθεί να τους υπονομεύσει εξαιτίας αυτού. Αντίθετα μάλιστα, είναι ευτυχής. Και χαίρεται την ποίηση εκείνων ως μεγίστη προσωπική δωρεά. Επειδή έχει το «γνώθι σαυτόν». Κι επειδή μέσω αυτού κατέχει το ύψιστο: την τέχνη του ζην.

Όμως εγώ, πρέπει να φύγω. Μπαίνω στο FIAT UNO μου κι εγκαταλείπω την αγαπημένη μου πόλη. Και τα μεσάνυχτα διασχίζω μ’ εκατόν σαράντα την Θεσσαλία, την μεγαλύτερη πεδιάδα του κόσμου. Ακούγοντας μουσικές από την Σικελία και την Σαρδηνία.

Κι έφτασα κάποτε σε τόπο με βουνά. Και σε ταβέρνα άκουσα τον Καζαντζίδη να λέει ότι τον κατέστρεψαν οι κακές παρέες (δηλαδή εγώ!). Και να συνεχίζει κλαίγοντας και μοιρολογώντας που ντρόπιασε το τίμιο όνομα του πατέρα του. (Αν είναι δυνατόν Στέλιο! Μπορεί για όλα να φταίει ένας άνθρωπος;). Και ν’ απέχει τριάντα μόνο μέτρα από κει ο ανδριάντας του Οδυσσέα Ανδρούτσου. «Καημένε Οδυσσέα να ’ξερες / γιατί σε γκρέμισαν απ’ την Ακρόπολη…», που λέει κι ο ποιητής.

Και μ’ άρεσε να περάσω νύχτα από τους Δελφούς. Σταματώ. Και μες στη σιγαλιά, η βρύση. Πήγα να πιω μα μ’ ενοχλούσε η τεράστια πυγολαμπίδα απ’ όπου βγήκα. Επιστρέφω λοιπόν στο αυτοκίνητο κι από το ανοιχτό παράθυρο «κλείνω» το αλάρμ. Και σώπασε καθαρότερα ο κόσμος. Κι αφού ήπια νερό προχώρησα πιο κει. Με καλούσε το λάλον ύδωρ της Κασταλίας. Στήνω αυτί κι ακούω:

«Πιο εύκολα κανείς γλυτώνει απ’ τη δυσμένεια των θεών
παρά από την εύνοια των ανθρώπων…»
Κ’ ύστερα:
«Ερήμωσε ο τόπος υφαντή μου. Γιατί βρίσκονται όλοι στα παράθυρα, θεραπεύοντας τη μεγάλη τους νοσταλγία για το κοτέτσι. Χλωμά πρόσωπα, νεκρά, που οι ψυχές τους τα εγκατέλειψαν αηδιασμένες κι έφυγαν, αφήνοντάς τα να κακαρίζουν υποκρισίες κι ανοησίες. Παράθυρα. Παράθυρα. Η θλιβερή πασιέντσα που ρίχνει μπρος σου η Μοίρα αν τολμήσεις ν’ ανοίξεις το κουτί...»


Δεν αγνοεί λοιπόν ο Απόλλων, σκέφτηκα, αυτά που συμβαίνουν στις μέρες μας. Και ούτε τ’ αποσιωπά. Μόνο που πρέπει να περάσεις από δω περασμένα μεσάνυχτα, μη προσδοκώντας τίποτε.

Και ύστερα, κατηφορίζοντας, πέρασα μέσα από γαλαξίες χωριών και πόλεων. Κι εκεί κατά τις τρεις ενύσταξε το σώμα μου. Και πήγα στο κέρας λιμανιού πολίχνης άγνωστης. (Σαν πασχαλίτσα είδανε τ’ αγρίμια κ’ οι θεοί το αυτοκίνητο πάνω στο κέρας του λιμανιού). Εκεί τράβηξα το χειρόφρενο. Βγήκα. Έλυσα τα δυο σκυλιά μου, τη χαρά μου και τη λύπη μου… Τ’ άφησα να τριγυρίζουν ελεύθερα. Κι εγώ πήγα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Πλάγιασα. Και κοιμήθηκα. Δηλαδή, ενώθηκα με το Παν και το Τίποτε.

(«Ελευθεροτυπία», Κοντέινερ, Μάιος του 2010)



CONTRA NATURAM


Όσο κι αν το ήθελε ο πάγκαλος Θεόδωρος, όσο κι αν το ήθελε η πάγκαλη Θεοδώρα, δεν έδεσε το πράμα. Έτρεχαν όλοι σε Γκέλερ και σε χαρτορίχτρες. Όμως εγώ, επιστημονικά πράγματα. (Άλλωστε, αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις). Μόλις αντελήφθην ότι στο Πασόκ υπάρχει πεταλωτής, αμέσως κατάλαβα ότι στη Νέα Δημοκρατία θα έχουμε σαμαρά. Η Ντόρα και ντορής να ήταν δεν θα τα κατάφερνε. Παρόλο το ντόρο της, ο ντορός της χάθηκε κάτω από τη λαοθάλασσα, που λένε και οι ρήτορες. Έχουν και τον αλογοσκούφη, σκέφτηκα… Πονηρές δουλειές του Κατσικονούρη… Μα μην απελπίζεστε, θα μας σώσει ο Κοιμήσης.
Κι ο παπουτσής; Τι θα κάνεις εσύ παιδί μου στον καιρό των αλόγων; Πόσο θα το παίξεις συμπονετικός; Κ’ ύστερα; Όταν δεν θα σε πιστεύει κανείς; Θα φέρεις σε πέρας την εκτροπή του Αχελώου; Θα κάνεις αυτό που δεν πρόλαβε ο σουβλιάς; Άιντε σακκορράφα που σας χρειάζεται! Γιατί, όποιος ακόμα υποστηρίζει την εκτροπή του Αχελώου, προς την πολύπαθη Θεσσαλία (από άλλους λόγους είναι πολύπαθη κι όχι από την έλλειψη των νερών του Αχελώου) είτε πάσχει από πνευματικό νανισμό, είτε από ανίατο πολιτικαντισμό. Χρίστο. (Που λέει κι ο Καβάφης).

Κατέστρεψαν την Ελευσίνα (με την έγκριση του Εθνάρχη). Κατέστρεψαν τη Σαλαμίνα (ο αδερφός του Εθνάρχη το έκανε). Κατέστρεψαν την Αττική, κατέστρεψαν βουνά, ποταμούς, νησιά, θάλασσες· κατέστρεψαν και καταστρέφουν, στο όνομα του κοινού καλού, οι κακούργοι. Πώς είναι δυνατόν να τους αφήνετε να συνεχίζουν;

Φυσικό περιβάλλον, κλίμα, παραγωγικοί άνθρωποι (γεωργοί, κτηνοτρόφοι, ψαράδες, βιοτέχνες, μαστόροι, εργάτες, καλλιτέχνες -κυρίως σατιρικοί-, αρχαιότητες, τραγουδοποιοί, ποιητές). Η κλειστή μας οικονομία: Ένας κήπος, μια βάρκα, μια κατσίκα, το κέφι μας. Αυτά είναι η δύναμή μας, αυτός είναι ο πλούτος μας, η «βαρειά μας βιομηχανία». Και θέλουν να την αποτελειώσουν. Πρώτα οι νεόπλουτοι της δεξιάς, οι καριερίστες κομμουνιστοφάγοι. Και τώρα οι «σοσιαλιστές». Αλλά, όπως το διαβάζω και στην ιστορία, ο σοσιαλισμός σκοτώθηκε μαζί με τον Αλλιέντε. Κι έμεινε μόνο το φάντασμά του. Τι να σου κάνει ένα φάντασμα; Δούρειος ίππος έγινε, κοινοβουλευτικός ίππος έγινε, ο καλύτερος συνεργάτης έγινε. Tων τοκογλύφων. Kαι των οικονομικών δολοφόνων της C.I.A. Ακριβέστερα, το τι έγινε ο σοσιαλισμός, μας το λέει ο ασύγκριτος, ο μέγας Παζολίνι, προβλέποντας, από τότε ακόμη, μ’ εκείνο το εξαίσιο ποίημά του:

ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ, ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΝΑΣΑ, ΝΟΕΜΒΡΗΣ ΤΟΥ 1973:

Το φασισμό εγώ τον έζησα στη χώρα μου, τον ξέρω.
Βασάνιζε, φυλάκιζε· σκότωνε μόνο το κορμί
Μα πάντα έμενε το αθάνατο σιτάρι του λάου μου... Όμως
έρχεται ο καιρός (στη χώρα μου ήδη έχει φτάσει)
που θα γνωρίσουμε τις μαύρες εξουσίες των ανθρώπων της "κουλτούρας",
πού ’ναι οι σημερινοί Αντιφασίστες και
είναι οι Πλέον Γνήσιοι Φασίστες...
Αυτοί σκοτώνουν τις ψυχές
και τις ρουφάνε προς το κέντρο σα βρικόλακες
αφήνοντας τα σώματα σκιές.


Ω ναι. Πριν ένα μήνα ήμουν καλεσμένος στο Ιράν, σε παγκόσμιο συνέδριο ποιητών. Στη γιορτή της υποδοχής, στην Τεχεράνη, ο πρόεδρος της κυβέρνησης, ο Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ, ήταν παρών σε όλη την τρίωρη διάρκεια της τελετής. (Οι «δικοί» μας σε ανάλογες περιπτώσεις έρχονται για τρία λεπτά, μέχρι να τους «πάρουν τα κανάλια», κι αμέσως μετά την κοπανάνε). Ο αρχηγός του Περσικού κράτους λοιπόν, παρακολούθησε όλες τις απαγγελίες, κι έκλεισε ο ίδιος τη γιορτή της υποδοχής, απαγγέλοντας αγαπημένα του ποιήματα και μιλώντας με συγκίνηση, για τον Σααντί, για τον Αττάρ, για τον Μεβλανά Τζελαλουντίν Ρουμί… (Ας σημειώσω ότι στην Περσία δεν έχουν αγίους, αλλά ποιητές, ή ακριβέστερα: ως αγίους τους έχουν τους ποιητές τους…).
Ήταν ο ίδιος αυτός, ο Αχμαντινεζάντ, που είπε προσφάτως μιλώντας στον ΟΗΕ: «Είστε ειλικρινά εναντίον των πυρηνικών; Αμέσως, τώρα, εδώ, όλοι, χωρίς καμμιάν εξαίρεση, να υπογράψουμε την κατάργησή τους». Κάποιοι δεν άντεξαν μια τέτοια «προσβολή», τινάχτηκαν επάνω κι απεχώρησαν. Ήταν οι ίδιες οχιές που σκότωσαν τον Αλλιέντε, τον Παζολίνι, τον Τζων Λένον, τον Ούλαφ Πάλμε… Οι ίδιες οχιές που σαν είδαν τον Φιντέλ Κάστρο να σκοντάφτει, σφύριζαν κατάρες εναντίον του, οργισμένες, που δεν τσακίστηκε.

-Ναι; Ναι; Θέλει να πει κάτι ο Έζρα Πάουντ;

-«Σκόρπιες οι δροσοστάλες μα,
της κόλασης οι σπόροι περασμένοι στην κλωστή».


-Αυτό είναι του Ίσσα. Κάτι δικό σου Πάουντ, κάτι δικό σου για να κλείσουμε. -Κάτι δικό μου; Ναι:

«WITH USURA

………………………………………..
...γέμισε το γαλάζιο τ’ ουρανού με βρώμικους καπνούς· κανείς δε βρίσκεται
για να στολίσει με κεντήματα
το βυσσινί· κανένα Μέμπλιγκ
δε θά ’βρεις για το σμαραγδί.
Η τοκογλυφία
σκοτώνει το παιδί μέσα στη μήτρα
κόβει την όρεξη στον άντρα για ποδόγυρο·
φέρνει τη νέκρα πάνω στο κρεβάτι,
χώνεται ανάμεσα στη νύφη εκεί και στο γαμπρό
(CONTRA NATURAM).
Πουτάνες φέρανε στην Ελευσίνα
πτώματα στρώσαν στο συμπόσιο για το δείπνο
γιατί αυτό προστάχτηκε
απ’ την τοκογλυφία».


-Ευχαριστώ Πάουντ! Ευχαριστώ Φιντέλ! Ευχαριστώ Πιερ Πάολο Παζολίνι! Ευχαριστώ όλους εσάς, που δεν ανήκετε στη Δύση ή στην Ανατολή, αλλά μονάχα στη Δικαιοσύνη.

(«Ελευθεροτυπία», Κοντέινερ, Ιούνιος του 2001)




ΠΡΟΣΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΗ

Μίκης Θεοδωράκης, «Ελευθεροτυπία», Πέμπτη, 3 Ιουνίου 2010:

«…Για να εξοφληθεί το δημόσιο χρέος πρέπει μεταξύ άλλων να εκποιηθεί μέρος της κρατικής περιουσίας με εξαίρεση τις στρατηγικής σημασίας ΔΕΚΟ, μέρος της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας και να υποχρεωθούν οι έχοντες και κατέχοντες «να συνεισφέρουν στην κοινή εθνική προσπάθεια με ειδικούς φόρους…

…Για λόγους εθνικής αξιοπρέπειας, η Ελλάδα πρέπει να αποχωρήσει τόσο από τον μηχανισμό στήριξης της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ., όσο και από το ΝΑΤΟ και να στραφεί σε χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και οι Αραβικές χώρες…».



__________
Σημειώσεις:

Α. Παρακαλώ να μην διακόπτετε τον κύριο Μπογιόπουλο, γιατί ο άνθρωπος λέει (και με άριστο τρόπο) αυτά που χρειάζεται ν’ ακούσει ο κόσμος.

Επίσης να μην διακόπτετε τη Λιάνα, παρόλο που μερικές φορές μπερδεύει τον Γκάτσο με τον Ελύτη.

Β. Εικόνα 1. Πάν (ζωγραφιά του Γ.Υ. και της Αριάδνης, Θεσσαλονίκη 1994). 2. ΠΑΙΣ ΕΙΜΙ ΓΑΣ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟΥ ΑΣΤΕΡΟΕΝΤΟΣ (Αρχέτυπα). 3. Ακάνθινο στεφάνι (Αρχέτυπα). 4. Σώζοντας το βουλιαγμένο καράβι (Από «Το χαλί του σπαθιού», Περσία). 5. Aγγελος, ζωγραφιά του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.